- ποσθαλίσκος
- ποσθ-ᾰλίσκος, ὁ,A = πόσθων 11, Ar.Th.291.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ποσθαλίσκος — ὁ, Α [πόσθη] (κωμ. λ. για μικρό αγόρι) ο πόσθων* … Dictionary of Greek